Wait! Don’t start yet! Put some –appropriate- music on first!
Στην καρδιά της Μπασιλικάτα, στον Ιταλικό Νότο, στα σύνορα με την Απουλία, υπάρχει μια πόλη με λαξευμένες σπηλιές και μια βιβλική ατμόσφαιρα που παρασύρει μαζί της σ’ ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο, όποιον διαβεί τα σοκάκια της. Η Ματέρα, η αλλοτινή εθνική ντροπή της Ιταλίας, σε προκαλεί να κάνεις βουτιά στην ιστορία της από το πρώτο λεπτό. Σκαλοπάτι το σκαλοπάτι, πέτρα την πέτρα, σπηλιά τη σπηλιά. Ένα τοπίο απόκοσμης ομορφιάς που αποτέλεσε την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2019. Η πολιτεία της πέτρας, άλλωστε, από τα “Πάθη του Ιησού”, το “Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο” του Παζολίνι μέχρι τον “Βασιλιά Δαυίδ” έχει συνηθίσει σε πρωταγωνιστικούς ρόλους!
Όταν το λεωφορείο με άφησε στη Ματέρα ήταν ήδη βράδυ. Τα φανάρια είχαν ανάψει στα λιθόστρωτα σοκάκια, χαρίζοντάς τους μια ζεστή πορτοκαλί απόχρωση ενώ μια μυστηριώδης αύρα αναδυόταν από το λαβύρινθο της τρωγλοδυτικής αρχιτεκτονικής της. Εκείνο το γλυκό βράδυ στα τέλη Σεπτεμβρίου, στην ανάβαση για το ξενοδοχείο, η μουσική ήταν διάχυτη παντού. Τη μια στιγμή ήταν μια παρέα νεαρών που έπαιζαν rock κομμάτια σε μια αυλή κάτω από το δρόμο και την άλλη μια πρόβα από συναυλία σαξοφώνου, στην Piazza Vittorio Veneto, που έμοιαζε να αντηχεί από κάθε σπηλιά της Ματέρα.
Ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει το ταξίδι ιστορικότητας στη Ματέρα είναι η διαμονή σ’ ένα cave hotel. Αυτές οι σπηλιές που πρωτοκατοικήθηκαν 9.000 χρόνια πριν, αναπαλαιώθηκαν με σεβασμό και μετατράπηκαν σε boutique hotels στην ίδια λογική της Σαντορίνης και της Καππαδοκίας. Στη δική μου περίπτωση βοήθησαν πολύ και οι αφηγήσεις του Federico, οικοδεσπότη του ξενοδοχείου μας “Giardini di Pietra” που αποτέλεσε την κατοικία του Pietro Laureano, αρχιτέκτονα και σύμβουλου της UNESCO, ο οποίος προήγαγε την ανάκαμψη των Sassi και τη συμπερίληψη της στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, το 1993.
Η Ματέρα απλώνεται σε δύο συνοικίες – το Sasso Barisano και το Sasso Caveoso – που διαχωρίζονται από μια κορυφογραμμή πάνω στην οποία βρίσκεται ο καθεδρικός ναός Il Duomo. Χτισμένη στο χείλος του φαραγγιού που διαπερνά ο ποταμός Gravina, η Πολιτεία της Πέτρας έχει ακριβώς απέναντι θέα το φυσικό τοπίο του Murgia Materana Park με σπηλιές που χρονολογούνται από τη παλαιολιθική εποχή. Από εκείνο το σημείο, η θέα των Sassi, ιδιαίτερα την ώρα που η μελαγχολία του ηλιοβασιλέματος ρίχνει πάνω τους τα πέπλα της, είναι καθηλωτική. Τόσο που ενέπνευσε τον Θανάση Παπακωνσταντίνου να γράψει ένα τραγούδι για εκείνο το μέρος που «ο αέρας την αμμόπετρα σαν εραστής τη γλύφει».
Χρειάστηκαν περίπου 20 λεπτά και αρκετές λάθος στροφές για να καταλάβουμε ότι οι χάρτες είναι μόνο κατά το ήμισυ χρήσιμοι στη Ματέρα. Το να χαθείς μέσα στα καλντερίμια της είναι ο καλύτερος τρόπος για να γνωρίσεις την πόλη και να εκτιμήσεις κάθε καρτποσταλική γωνιά της. Αρχίσαμε να εξερευνούμε το μέρος σαν παιδιά που πάνε σε καινούριο πάρκο. Ανεβήκαμε παλιές πέτρινες σκάλες για να απολαύσουμε την εκπληκτική θέα, τρυπώσαμε μέσα σε μικρές αυλές για να χαζέψουμε τους καταπράσινους κάκτους, περάσαμε κάτω από εντυπωσιακές καμάρες, περπατήσαμε δρομάκια που αποτελούσαν τη στέγη του από κάτω σπιτιού· ανακαλύψαμε όμορφες πλατείες μικρά café, φωτογραφήσαμε ξύλινα παράθυρα και εγκαταλελειμμένες σπηλιές ανάμεσα σε ανακαινισμένες. Παρασυρθήκαμε στα στενά σοκάκια της για να συναντήσουμε έναν κόσμο από μια άλλη εποχή, καθώς η μυρωδιά φρέσκου ψωμιού μας τρύπαγε τη μύτη και η τραγουδιστή ιταλική διάλεκτος γαργαλούσε κυρίαρχα τ’ αυτιά μας.
Οι μέρες στη Ματέρα γεμίζουν με επισκέψεις στις υπόσκαφες εκκλησίες, όπως η San Pietro Caveoso, περιήγηση στο μουσείο που αναπαριστά πως ζούσαν οι άνθρωποι μέσα στις σπηλιές, ονόματι Casa Noha, στο πολιτιστικό κέντρο-σπηλιά Casa Cava, στο Musma, το μοναδικό μουσείο στον κόσμο στεγασμένο σε σπηλιά αλλά και στα μικρά μαγαζάκια με χειροτεχνίες των ντόπιων, λαξευμένες σε πέτρες. Τη νύχτα, τα φώτα λάμπουν στην πλαγιά του λόφου και οι άνθρωποι γεμίζουν τα τραπέζια έξω από τις osterias, τρώγοντας antipasti με τυριά, αλλαντικά και αποξηραμένες πιπεριές μέχρι να καταφτάσουν τα πιο νόστιμα φρεσκομαγειρεμένα ζυμαρικά, cavatelli και orecchiette. Οι βόλτες (ευτυχώς) ανοίγουν την όρεξη ενώ για τη χώνεψη επιβάλλεται μια περατζάδα στις πλατείες απολαμβάνοντας ένα gelato ή πίνοντας limoncello σ’ ένα από τα μπαρ, πριν την επιστροφή στη σπηλιά μας.
Ωστόσο, όχι πολλά χρόνια πίσω, τη δεκαετία του ’30, η Ματέρα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια σκοτεινή πόλη, βουτηγμένη στη μιζέρια που βρωμούσε ανέχεια. 15.000 κάτοικοι έμεναν κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο, ακόμη και με τα ζώα τους σε σπηλιές γεμάτες υγρασία, χωρίς αποχετευτικό σύστημα, ηλεκτρισμό και νερό κι έκαιγαν κοπριά για να ζεσταθούν. Η παιδική θνησιμότητα άγγιζε το 50% ενώ ο τύφος, η χολέρα, η φυματίωση και η ελονοσία βασίλευαν. Θαρρείς και ο χρόνος είχε γυρίσει πίσω στο μεσαίωνα. Η έκταση των άθλιων συνθηκών στα Sassi προξένησε το διεθνές ενδιαφέρον, μόνο όταν δημοσιεύτηκε το βιβλίο του συγγραφέα Κάρλο Λέβι «Ο Χριστός Σταμάτησε στο Έμπολι», το 1945, τόσο που ο πρωθυπουργός Αλτσίντε ντε Γκάσπερι, μετά την επίσκεψή του σοκαρισμένος αποκάλεσε τη Ματέρα «Vergonga Nazionale», εθνική ντροπή της Ιταλίας και το 1952 διέταξε την εκκένωση της.
Μέχρι που το 1986 η κυβέρνηση άρχισε να παραχωρεί τη χρήση των σπηλαίων σε ιδιώτες για 99 χρόνια με τον όρο της -επιδοτούμενης σε ποσοστό από 40% μέχρι 60%- αναπαλαίωσής τους, για να φτάσουμε σήμερα να την αποκαλούμε Ευρωπαϊκή Πολιτιστική Πρωτεύουσα μ’ ένα πρόγραμμα εκδηλώσεων για το οποίο μπορεί να υπερηφανεύεται. Από τις εκδηλώσεις ξεχωρίσαμε τη συναυλία ηλεκτρονικής μουσικής, σε σκηνοθεσία Brian Eno, που θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο για να γιορτάσει την αποστολή Apollo 11 στο φεγγάρι, καθώς και τα εργαστήρια και εκθέσεις αφιερωμένες στο ψωμί, ενώ μια κάψουλα που ονομάζεται “Matera 3019” θα μας κάνει να κρυφοκοιτάξουμε την πόλη σε χίλια χρόνια.
H Matera και το ψωμί της
Το ψωμί είναι ο γευστικός πρωταγωνιστής στη Ματέρα. Μόνο εκπαιδευμένοι αρτοποιοί γνωρίζουν πώς να διπλώσουν τη ζύμη για να αποκτήσει αυτό το ιδιαίτερο σχήμα -που θυμίζει το βραχώδες τοπίο της Ματέρα- και ολοκληρώνεται με τρεις λωρίδες ζύμης που συμβολίζουν την ιερή τριάδα. Ψήνεται περίπου 3 ώρες σε φούρνους με ξύλα. Μέχρι τον περασμένο αιώνα, οι φούρνοι ήταν κοινόχρηστοι, γιατί τα περισσότερα σπίτια δε διέθεταν χώρο για φούρνο. Κάθε σπίτι είχε επίσης το δικό του σύμβολο, για να αναγνωρίζει το ψωμί του μετά το ψήσιμο. Τα ψωμιά ζυμώνονταν σε ύψος για χωρούν περισσότερα στην παρτίδα, ενώ η παχιά κρούστα επέτρεπε στο εσωτερικό να διατηρεί την υγρασία του, έτσι ώστε το ψωμί να παραμένει φρέσκο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Travel guide
Τι να κάνεις, πού να φας, πού να μείνεις και άλλα tips στον πλήρη ταξιδιωτικό οδηγό για τη Ματέρα
*Το κείμενο (με παραλλαγές) δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό Taste & Travel του Αθηνοράματος- Τεύχος 1- Καλοκαίρι 2019.
À bientôt
All photos by me
The content & photos on this blog are licensed under a Creative Commons Attribution-NonCommercial-NoDerivs 3.0 Unported License.
You may not republish, copy or modify the content and use the photos without my permission.